τέκνο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 3: Γραμμή 3:
{{el-κλίσ-'πεύκο'}}
{{el-κλίσ-'πεύκο'}}
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|τέκνον}} < {{ιε}} *tek-
:#'''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|τέκνον}} < {{ιε}} *tek-
:#'''{{PAGENAME}}''' < {{ετυμ en}} [[techno]] < [[technology]] < {{αρχ|τεχνολογία}} {{αντιδάνειο}} < [[τέχνη]] + [[-λογία]]


===={{προφορά}}====
===={{προφορά}}====
{{ΔΦΑ|ˈtɛk.nɔ|γλ=ελ}}
{{ΔΦΑ|ˈtɛk.nɔ|γλ=ελ}}


==={{ουσιαστικό|el}}===
==={{ουσιαστικό|el|αριθ=1}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
:{{λόγιο}}
:{{λόγιο}}
Γραμμή 23: Γραμμή 24:
*''αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι '''τέκνα''''': τα σφάλματα των προγόνων ή των προηγουμένων βασανίζουν τους επιγόνους ή τους επόμενους
*''αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι '''τέκνα''''': τα σφάλματα των προγόνων ή των προηγουμένων βασανίζουν τους επιγόνους ή τους επόμενους
*''κι εσύ, '''τέκνον''' Βρούτε;'' για [[προδοτικός|προδοτική]] [[συμπεριφορά]] φίλου ή συνεργάτη
*''κι εσύ, '''τέκνον''' Βρούτε;'' για [[προδοτικός|προδοτική]] [[συμπεριφορά]] φίλου ή συνεργάτη

==={{ουσιαστικό|el|αριθ=2}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
*{{μουσ}} είδος [[ηλεκτρονική]]ς [[χορευτική]]ς [[μουσική]]ς


===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή|απόγονος}}
* {{en}} : {{τ|en|offspring}}, {{τ|en|child}}
* {{en}} : {{τ|en|offspring}}, {{τ|en|child}}
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|ΧΧΧ}} -->
Γραμμή 69: Γραμμή 74:
<!-- * {{tr}} : {{τ|tr|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{tr}} : {{τ|tr|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|ΧΧΧ}} -->

{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}


{{μτφ-αρχή|μουσική}}
* {{en}} : {{τ|en|techno}}
{{μτφ-τέλος}}
{{κλείδα-ελλ}}
{{κλείδα-ελλ}}



Αναθεώρηση της 09:46, 8 Μαρτίου 2014

Δείτε επίσης: τεκνό

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'πεύκο'

Ετυμολογία

  1. τέκνο < αρχαία ελληνική τέκνον < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *tek-
  2. τέκνο < αγγλική techno < technology < αρχαία ελληνική τεχνολογία (αντιδάνειο) < τέχνη + -λογία

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

τέκνο ουδέτερο

(λόγιο)
  1. παιδί
  2. (μεταφορικά) δημιούργημα
  3. δήλωση ότι κάποιος κατάγεται από κάποιον τόπο
    Η Σίφνος τιμά το τέκνο της, Νικόλαο Τσελεμεντέ. (*)

Συνώνυμα

Εκφράσεις

  • αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα: τα σφάλματα των προγόνων ή των προηγουμένων βασανίζουν τους επιγόνους ή τους επόμενους
  • κι εσύ, τέκνον Βρούτε; για προδοτική συμπεριφορά φίλου ή συνεργάτη

Ουσιαστικό

τέκνο ουδέτερο

Μεταφράσεις