τέκνο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→{{μεταφράσεις}}: de μουσική |
|||
Γραμμή 79: | Γραμμή 79: | ||
{{μτφ-αρχή|μουσική}} |
{{μτφ-αρχή|μουσική}} |
||
* {{en}} : {{τ|en|techno}} |
* {{en}} : {{τ|en|techno}} |
||
* {{de}} : {{τ|de|Techno}} |
|||
{{μτφ-τέλος}} |
{{μτφ-τέλος}} |
||
{{κλείδα-ελλ}} |
{{κλείδα-ελλ}} |
Αναθεώρηση της 00:09, 9 Μαρτίου 2014
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- τέκνο < αρχαία ελληνική τέκνον < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *tek-
- τέκνο < αγγλική techno < technology < αρχαία ελληνική τεχνολογία (αντιδάνειο) < τέχνη + -λογία
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
τέκνο ουδέτερο
- (λόγιο)
- παιδί
- (μεταφορικά) δημιούργημα
- δήλωση ότι κάποιος κατάγεται από κάποιον τόπο
- Η Σίφνος τιμά το τέκνο της, Νικόλαο Τσελεμεντέ. (*)
Συνώνυμα
Εκφράσεις
- αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα: τα σφάλματα των προγόνων ή των προηγουμένων βασανίζουν τους επιγόνους ή τους επόμενους
- κι εσύ, τέκνον Βρούτε; για προδοτική συμπεριφορά φίλου ή συνεργάτη
Ουσιαστικό
τέκνο ουδέτερο άκλιτο
Μεταφράσεις
απόγονος