μεταστάς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-el-}}== {{el-κλίσ-ουσ-ενπλ|μεταστάς|μεταστάντος|μεταστάντα|μεταστάς|μεταστάντες|μεταστάντων|μετ... |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 16:51, 1 Ιουλίου 2014
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- μεταστάς < αρχαία ελληνική μεταστάς
Ουσιαστικό
μεταστάς αρσενικό (θηλυκό: μεταστάσα)
- που έχει πεθάνει
Συνώνυμα
- → δείτε τη λέξη τεθνεώς
Μεταφράσεις
μεταστάς
|
Αρχαία ελληνικά (grc)
Μετοχή
μεταστάς, μεταστᾶσα, μεταστάν