vieux: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μ Vieux μεταφέρθηκε στο vieux: Converting page titles to lowercase
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 23:10, 22 Φεβρουαρίου 2006

Γαλλικά

vieux (πριν απο σύμφωνο) vieil (πριν απο φωνήεν) vieille (στο θηλυκό)

Un vieux loup. Ένας γέρικος λύκος.

Un vieux, une vieille. Ένας γέρος, μια γριά.

Un vieil ami. Ένας παλιός φίλος.