φέρομαι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ →‎{{ετυμολογία}}: αντικατέστησε: παθητική φωνή του φέρω → {{παθ|φέρω}}, {{αρχ}} φέρομαι → { με τη χρήση [[Βικιπαίδεια:Auto...
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη en
Γραμμή 87: Γραμμή 87:


[[chr:φέρομαι]]
[[chr:φέρομαι]]
[[en:φέρομαι]]
[[mg:φέρομαι]]
[[mg:φέρομαι]]

Αναθεώρηση της 20:49, 22 Δεκεμβρίου 2014

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

φέρομαι < παθητική φωνή του ρήματος φέρω < αρχαία ελληνική φέρομαι

Ρήμα

φέρομαι, μετοχή ενεστώτα φερόμενος, μετοχή παρακειμένου φερμένος

  1. συμπεριφέρομαι (και φέρνομαι)
    να φέρεσαι με σεβασμό στους ηλικιωμένους
  2. θεωρούμαι
    τρία άτομα φέρονται ως αγνοούμενοι μετά το τραγικό ατύχημα
    ο φερόμενος ως δράστης αρνείται όλες τις κατηγορίες

Εκφράσεις

  • άγεται και φέρεται: δεν έχει δική του γνώμη και βούληση, τον κάνουν ό,τι θέλουν οι άλλοι

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ρήμα

φέρομαι

  1. ...

Κλίση