ομάδα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
συνωνυμες λεξεις |
|||
Γραμμή 30: | Γραμμή 30: | ||
===={{βλέπε}}==== |
===={{βλέπε}}==== |
||
{{ΒΠ}} |
{{ΒΠ}} |
||
παλευω |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
Αναθεώρηση της 13:44, 4 Μαΐου 2015
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ομάδα < ελληνιστική ὁμάς < αρχαία ελληνική ὁμός
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
ομάδα θηλυκό
- σύνολο μερικών ατόμων που βρίσκονται συναθροισμένοι
- σύνολο ατόμων που έχουν κάποιο κοινό σκοπό
- (ειδικότερα) σύνολο αθλητών που συμμετέχουν σε ομαδικό παιχνίδι αντιμετωπίζοντας έναν αντίπαλο
- Η ομάδα μας νίκησε!
- σύνολο ομοειδών χημικών στοιχείων
- τύπος αίματος
Συγγενικά
Δείτε επίσης
- ομάδα στη Βικιπαίδεια
παλευω
Μεταφράσεις
ομάδα