écart: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ca
μ Ρομπότ: Προσθήκη: cs:écart
Γραμμή 35: Γραμμή 35:


[[ca:écart]]
[[ca:écart]]
[[cs:écart]]
[[en:écart]]
[[en:écart]]
[[es:écart]]
[[es:écart]]

Αναθεώρηση της 03:03, 28 Οκτωβρίου 2015

Γαλλικά (fr)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ετυμολογία

écart < écarter

Ουσιαστικό

      ενικός         πληθυντικός  
écart écarts

écart (fr) αρσενικό

  1. η απόσταση
  2. Πρότυπο:μαθ η διαφορά
  3. Πρότυπο:γλωσσ λογοτεχνική μορφή που απομακρύνεται από αυτό που θεωρείται συνηθισμένο
  4. (μεταφορικά) το παραστράτισμα, η παρεκτροπή
  5. απομακρυσμένος τόπος
  6. σπαγγάτο

Εκφράσεις

Συγγενικά

Ετυμολογία

écart < écarter

Ουσιαστικό

      ενικός         πληθυντικός  
écart écarts

écart (fr) αρσενικό