ζόρι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
|||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{el-κλίσ-' |
{{el-κλίσ-'τραγούδι'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ετυμ tr}} [[zor]] < {{ετυμ fa}} [[زور]] (zōr: [[δύναμη]]) < {{pal}} ''zwl'' (zōr) |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ετυμ tr}} [[zor]] < {{ετυμ fa}} [[زور]] (zōr: [[δύναμη]]) < {{pal}} ''zwl'' (zōr) |
Αναθεώρηση της 19:08, 10 Απριλίου 2016
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ζόρι | τα | ζόρια |
γενική | του | ζοριού | των | ζοριών |
αιτιατική | το | ζόρι | τα | ζόρια |
κλητική | ζόρι | ζόρια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- ζόρι < Πρότυπο:ετυμ tr zor < Πρότυπο:ετυμ fa زور (zōr: δύναμη) < μέση περσική zwl (zōr)
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
ζόρι ουδέτερο
- η άσκηση δύναμης πάνω σε ένα αντικείμενο
- αυτή βίδα δεν ξεβιδώνει με τίποτα, θέλει πολύ ζόρι
- η άσκηση ψυχολογικής πίεσης ή η χρήση απειλών
- μίλησέ του γλυκά, δε σηκώνει ζόρια αυτός
- η χρήση βίας
- αν δε μου δώσεις αυτό που θέλω, θα το πάρω με το ζόρι
- με το ζόρι: με τη βία, στανικώς
Συγγενικά
εκφράσεις
- «με το ζόρι παντρειά»