bollard: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ku
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ru
Γραμμή 18: Γραμμή 18:
[[nl:bollard]]
[[nl:bollard]]
[[pl:bollard]]
[[pl:bollard]]
[[ru:bollard]]
[[ta:bollard]]
[[ta:bollard]]
[[vi:bollard]]
[[vi:bollard]]

Αναθεώρηση της 13:23, 21 Απριλίου 2016

Γαλλικά (fr)

μια δέστρα

Ουσιαστικό

      ενικός         πληθυντικός  
bollard bollards

bollard (fr) αρσενικό

  1. Πρότυπο:ναυτ δέστρα

Πρότυπο:σχετικό λεξιλόγιο

  • → δείτε τη λέξη écluse