όνος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
σύνθετα |
|||
Γραμμή 16: | Γραμμή 16: | ||
*[[ονάριο]] |
*[[ονάριο]] |
||
*[[ονίσκος]] |
*[[ονίσκος]] |
||
* |
*[[ημίονος]] |
||
===={{σύνθετα}}==== |
|||
*[[ονοκέφαλος]] |
|||
*[[ονόκομβος]] κν γαιδοορόκομπος |
|||
*[[ονολάτραι]], ονομασία που απέδιδαν χλευαστκά οι εθνικοί αρχικά στους Ιουδαίους και βραδύτερα στους χριστιανούς |
|||
*[[ονολατρεία]], η λατρεία ονοκεφάλων δαιμόνων σε πρωτόγονους λαούς |
|||
*[[ονόπορδον]], [[βοτανική|βοτ.]] κν γαϊδουρογκάθι |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
||
{{μτφ-αρχή}} |
{{μτφ-αρχή}} |
Αναθεώρηση της 18:43, 6 Μαΐου 2016
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- όνος < αρχαία ελληνική ὄνος
Ουσιαστικό
όνος αρσενικό
Εκφράσεις
- περί όνου σκιάς: για κάτι που δεν έχει πραγματικά σημασία
Συγγενικά
Σύνθετα
- ονοκέφαλος
- ονόκομβος κν γαιδοορόκομπος
- ονολάτραι, ονομασία που απέδιδαν χλευαστκά οι εθνικοί αρχικά στους Ιουδαίους και βραδύτερα στους χριστιανούς
- ονολατρεία, η λατρεία ονοκεφάλων δαιμόνων σε πρωτόγονους λαούς
- ονόπορδον, βοτ. κν γαϊδουρογκάθι
Μεταφράσεις
όνος
→ δείτε τη λέξη γάιδαρος |