πτώση: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Jim Vallianos (συζήτηση | συνεισφορές)
→‎{{μεταφράσεις}}: προσθηκη 8 γλωσσων
Γραμμή 74: Γραμμή 74:
<!-- * {{ga}} : {{τ|ga|XXX}} -->
<!-- * {{ga}} : {{τ|ga|XXX}} -->
<!-- * {{is}} : {{τ|is|XXX}} -->
<!-- * {{is}} : {{τ|is|XXX}} -->
<!-- * {{es}} : {{τ|es|XXX}} -->
* {{es}} : {{τ|es|caída}}
<!-- * {{it}} : {{τ|it|XXX}} -->
* {{it}} : {{τ|it|caduta}}
<!-- * {{ca}} : {{τ|ca|XXX}} -->
<!-- * {{ca}} : {{τ|ca|XXX}} -->
<!-- * {{zh}} : {{τ|zh|XXX}} -->
<!-- * {{zh}} : {{τ|zh|XXX}} -->
Γραμμή 88: Γραμμή 88:
<!-- * {{nl}} : {{τ|nl|XXX}} -->
<!-- * {{nl}} : {{τ|nl|XXX}} -->
<!-- * {{cy}} : {{τ|cy|XXX}} -->
<!-- * {{cy}} : {{τ|cy|XXX}} -->
<!-- * {{hu}} : {{τ|hu|XXX}} -->
* {{hu}} : {{τ|hu|esés}}
<!-- * {{uk}} : {{τ|uk|XXX}} -->
<!-- * {{uk}} : {{τ|uk|XXX}} -->
* {{pl}} : {{τ|pl|spadanie}}
* {{pl}} : {{τ|pl|spadanie}}
<!-- * {{pt}} : {{τ|pt|XXX}} -->
* {{pt}} : {{τ|pt|queda}}
<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|XXX}} -->
* {{ro}} : {{τ|ro|caz}}
<!-- * {{ru}} : {{τ|ru|XXX}} -->
<!-- * {{ru}} : {{τ|ru|XXX}} -->
<!-- * {{sr}} : {{τ|sr|XXX}} -->
* {{sr}} : {{τ|sr|падеж}}
<!-- * {{sk}} : {{τ|sk|XXX}} -->
<!-- * {{sk}} : {{τ|sk|XXX}} -->
<!-- * {{sl}} : {{τ|sl|XXX}} -->
<!-- * {{sl}} : {{τ|sl|XXX}} -->
<!-- * {{sv}} : {{τ|sv|XXX}} -->
* {{sv}} : {{τ|sv|fall}}
<!-- * {{th}} : {{τ|th|XXX}} -->
<!-- * {{th}} : {{τ|th|XXX}} -->
<!-- * {{tr}} : {{τ|tr|XXX}} -->
<!-- * {{tr}} : {{τ|tr|XXX}} -->
<!-- * {{cs}} : {{τ|cs|XXX}} -->
* {{cs}} : {{τ|cs|spád}}
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|XXX}} -->
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|XXX}} -->
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}

Αναθεώρηση της 10:31, 22 Δεκεμβρίου 2016

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πτώση οι πτώσεις
      γενική της πτώσης* των πτώσεων
    αιτιατική την πτώση τις πτώσεις
     κλητική πτώση πτώσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, πτώσεως
Κατηγορία όπως «λύση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

πτώση < αρχαία ελληνική πτῶσις < πίπτω

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

πτώση θηλυκό

  1. η κίνηση προς τα κάτω λόγω βαρύτητας, η ενέργεια του πέφτω
  2. το αποτέλεσμα της πτώσης (1)
  3. Πρότυπο:γραμμ κάθε ένας από τους τύπους που σχηματίζουν τα κλιτά μέρη του λόγου εκτός από το ρήμα: → δείτε τις λέξεις ονομαστική, γενική, αιτιατική και κλητική και παλιότερα η δοτική, η αφαιρετική και η οργανική
  4. (θρησκεία) με κεφαλαίο συνήθως, η Πτώση, το αμάρτημα και η εκδίωξη του Αδάμ και της Εύας από τον Παράδεισο
  5. η μείωση της αριθμητικής τιμής
    η πτώση της θερμοκρασίας οφείλεται στο ότι έχουν πέσει πολλά χιόνια
  6. Πρότυπο:ιατρ η μετακίνηση οργάνων προς τα κάτω
    πτώση της μήτρας ή της ουροδόχου
  7. η απώλεια εξουσίας
    η πτώση της κυβέρνησης συνεπάγεται εκλογές
  8. η άλωση μιας πολιορκούμενης πόλης
    η πτώση της Κωνσταντινουπόλεως

Συνώνυμα

Αντώνυμα

Συγγενικά

Σύνθετα

Εκφράσεις

  • ελεύθερη πτώση: πτώση στην οποία δεν έχει ανοίξει ακόμα το αλεξίπτωτο και (αντίστοιχα) πτώση χωρίς σταματημό
  • μέχρι τελικής πτώσεως: μέχρι το τέλος
  • πτώση της σημαίας: όταν ξεκινάει το ταξίμετρο να γράφει (στο ταξί)

Μεταφράσεις

  • λόγω διαφοροποίησης στους ορισμούς οι παρακάτω μεταφράσεις πρέπει να ελεγχθούν και να μεταφερθούν στον αντίστοιχο πίνακα