ευγενής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 10: Γραμμή 10:
#: '''''ευγενής''' καταγωγή''
#: '''''ευγενής''' καταγωγή''
# ο [[ευγενικός]] στην συμπεριφορά
# ο [[ευγενικός]] στην συμπεριφορά
# ο βασισμένος σε υψηλά ιδανικά


===={{συγγενικά}}====
===={{συγγενικά}}====

Αναθεώρηση της 10:41, 9 Ιανουαρίου 2017

Δείτε επίσης: εὐγενής

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ευγενής η ευγενής το ευγενές
      γενική του ευγενούς* της ευγενούς του ευγενούς
    αιτιατική τον ευγενή την ευγενή το ευγενές
     κλητική ευγενή(ς) ευγενής ευγενές
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ευγενείς οι ευγενείς τα ευγενή
      γενική των ευγενών των ευγενών των ευγενών
    αιτιατική τους ευγενείς τις ευγενείς τα ευγενή
     κλητική ευγενείς ευγενείς ευγενή
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

ευγενής αρχαία ελληνική εὐγενής < εὖ +γένος

Επίθετο

ευγενής -ής -ές, συγκριτικός ευγενέστερος, υπερθετικός ευγενέστατος

  1. αριστοκρατικός
    ευγενής καταγωγή
  2. ο ευγενικός στην συμπεριφορά
  3. ο βασισμένος σε υψηλά ιδανικά

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Ουσιαστικό

ευγενής αρσενικό

Μεταφράσεις