ρωμιοσύνη: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 39: Γραμμή 39:
<!-- * {{hu}} : {{τ|hu|XXX}} -->
<!-- * {{hu}} : {{τ|hu|XXX}} -->
<!-- * {{uk}} : {{τ|uk|XXX}} -->
<!-- * {{uk}} : {{τ|uk|XXX}} -->
<!-- * {{pl}} : {{τ|pl|XXX}} -->
* {{pl}} : {{τ|pl|romiosini}}
<!-- * {{pt}} : {{τ|pt|XXX}} -->
<!-- * {{pt}} : {{τ|pt|XXX}} -->
<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|XXX}} -->
<!-- * {{ro}} : {{τ|ro|XXX}} -->

Αναθεώρηση της 18:41, 29 Ιανουαρίου 2017

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η ρωμιοσύνη
      γενική της ρωμιοσύνης
    αιτιατική τη ρωμιοσύνη
     κλητική ρωμιοσύνη
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ρωμιοσύνη < Ρωμιός + -οσύνη < (ελληνιστική κοινήῬωμαῖος < Πρότυπο:ετυμ la Romanus < Roma

Ουσιαστικό

ρωμιοσύνη θηλυκό

  • ο ελληνισμός, το (ορθόδοξο) ελληνικό έθνος, χαρακτηριστικό επίθετο, η σωστή και πιο σύγχρονη ονομασία των Ελλήνων. Οι Ρωμαίοι ήταν Έλληνες "Οἱ δ´ οὖν Λατῖνοι κατ´ ἀρχὰς μὲν ἦσαν ὀλίγοι, καὶ οἱ πλείους οὐ προσεῖχον Ῥωμαίοις· ὕστερον δὲ κατα πλαγέντες τὴν ἀρετὴν τοῦ τε Ῥωμύλου καὶ τῶν μετ´ ἐκεῖνον βασιλέων ὑπήκοοι πάντες ὑπῆρξαν" Στράβων γεωγραφικά [5,3,4]

Μεταφράσεις