portière: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ περιττή κλείδα
μ Ρομπότ: Προσθήκη: eo:portière
Γραμμή 8: Γραμμή 8:
[[de:portière]]
[[de:portière]]
[[en:portière]]
[[en:portière]]
[[eo:portière]]
[[fi:portière]]
[[fi:portière]]
[[fr:portière]]
[[fr:portière]]

Αναθεώρηση της 00:05, 14 Φεβρουαρίου 2017

Γαλλικά (fr)

Ουσιαστικό

      ενικός         πληθυντικός  
portière portières

portière (fr) θηλυκό

  1. η πόρτα