εικονοστάσιο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη hu
Γραμμή 70: Γραμμή 70:


{{κλείδα-ελλ}}
{{κλείδα-ελλ}}

[[hu:εικονοστάσιο]]

Αναθεώρηση της 13:18, 16 Μαρτίου 2017

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το εικονοστάσιο τα εικονοστάσια
      γενική του εικονοστασίου
εικονοστάσιου
των εικονοστασίων
    αιτιατική το εικονοστάσιο τα εικονοστάσια
     κλητική εικονοστάσιο εικονοστάσια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

εικονοστάσιο < (ελληνιστική κοινήεἰκονοστάσιον < αρχαία ελληνική εἰκών + ἵστημι

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

εικονοστάσιο ουδέτερο

  1. η ειδική κατασκευή ή το σημείο όπου τοποθετούμε θρησκευτικές εικόνες
  2. (θρησκεία) το ξύλινο, μαρμάρινο ή πέτρινο διάφραγμα που χωρίζει το Ιερό Βήμα από τον κυρίως χριστιανικό ορθόδοξο ναό
     συνώνυμα: τέμπλο

Άλλες μορφές

Σημειώσεις

  • εικονοστάσιο δεν υφίσταται στους ναούς της Καθολικής Εκκλησίας, των άλλων χριστιανικών δογμάτων, αλλά ούτε και σε μουσουλμανικά τεμένη. Στους αρχαίους ελληνικούς ναούς υπήρχε ως όμοιο διάφραγμα χωρίς να φέρονται επ΄ αυτού εικονίσματα.

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις