σώμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ca
Γραμμή 114: Γραμμή 114:


[[az:σώμα]]
[[az:σώμα]]
[[ca:σώμα]]
[[chr:σώμα]]
[[chr:σώμα]]
[[en:σώμα]]
[[en:σώμα]]

Αναθεώρηση της 21:54, 16 Μαρτίου 2017

Δείτε επίσης: σῶμα

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'όνομα'

Ετυμολογία

σώμα < αρχαία ελληνική σῶμα

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

σώμα ουδέτερο

  1. οργανισμός
  2. κορμός
  3. επιδερμίδα
  4. η υλική υπόσταση σε αντιδιαστολή με το πνεύμα ή την ψυχή
  5. υλικό αντικείμενο
  6. οργανωμένο σύνολο ανθρώπων που συνέρχονται με συγκεκριμένο σκοπό
  7. ευρύτερος αυτοτελής στρατιωτικός σχηματισμός του στρατού ξηράς, ο οποίος καλύπτει μια γεωγραφική περιοχή. Περιλαμβάνει μικρότερες αυτοτελείς μονάδες και σχηματισμούς, όπους μεραρχίες, ταξιαρχίες, συντάγματα και τάγματα.
    σώμα στρατού
  8. δημόσια δύναμη με σκοπό τη φύλαξη, την πρόληψη και την καταστολή της βίας ή φυσικών καταστροφών.
    τα σώματα ασφαλείας, το σώμα της Πυροσβεστικής

Συγγενικά

Σύνθετα

Μεταφράσεις