σώπα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη en
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη mg
Γραμμή 91: Γραμμή 91:


[[en:σώπα]]
[[en:σώπα]]
[[mg:σώπα]]

Αναθεώρηση της 21:54, 16 Μαρτίου 2017

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

σώπα < λείπει η ετυμολογία

Ρηματικός τύπος

σώπα

  1. β' ενικό προστακτικής αορίστου του ρήματος σωπαίνω
  2. (ειδικότερα) μη μου το λες

Μεταφράσεις