αναπληρώνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ διαγραφή των interwikis
Γραμμή 71: Γραμμή 71:


[[Κατηγορία:Ρήματα σε -ώνω]]
[[Κατηγορία:Ρήματα σε -ώνω]]

[[en:αναπληρώνω]]
[[mg:αναπληρώνω]]

Αναθεώρηση της 21:03, 28 Απριλίου 2017

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αναπληρώνω < αρχαία ελληνική αναπληρόω -ῶ(γεμίζω ξανά)

Ρήμα

αναπληρώνω

  1. αντικαθιστώ κάποιον και εκτελώ τις λειτουργίες που, για κάποιον προσωρινό ή μόνιμο λόγο, δεν είναι σε κατάσταση να εκπληρώσει μόνος του

Κλίση

Μεταφράσεις