άρθρο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ διαγραφή των interwikis |
|||
Γραμμή 110: | Γραμμή 110: | ||
{{κλείδα-ελλ}} |
{{κλείδα-ελλ}} |
||
[[chr:άρθρο]] |
|||
[[en:άρθρο]] |
|||
[[fi:άρθρο]] |
|||
[[fr:άρθρο]] |
|||
[[hu:άρθρο]] |
|||
[[io:άρθρο]] |
|||
[[it:άρθρο]] |
|||
[[mg:άρθρο]] |
|||
[[pl:άρθρο]] |
|||
[[pt:άρθρο]] |
|||
[[ro:άρθρο]] |
|||
[[ru:άρθρο]] |
Αναθεώρηση της 00:39, 29 Απριλίου 2017
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- άρθρο < αρχαία ελληνική ἄρθρον < από το θέμα αρ- του αραρίσκω (εφαρμόζω, συνάπτω) + -θρον
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
άρθρο ουδέτερο
- μέρος ενός συνόλου, το οποίο προσαρτάται, συνάπτεται σε κάτι μεγαλύτερο ή σημαντικότερο χωρίς όμως να αποτελεί απλό εξάρτημα αλλά βασικό τμήμα του
- μέρος το λόγου, με τρία γένη, κλιτό, που μπαίνει μπροστά από τα ονόματα: το, η, ο, ένας, μία κλπ.
- η αραβική γλώσσα δεν έχει αόριστο άρθρο
- τμήμα/διάταξη ενός νόμου, βασικό στοιχείο ενός θρησκευτικού δόγματος, όρος ή τμήμα ενός καταστατικού, ιδιωτικού συμφωνητικού
- το νομοσχέδιο ψηφίστηκε κατ' άρθρον και επί του συνόλου
- τα άρθρα της πίστεως
- μέρος του σώματος ανθρώπου ή εντόμου, το τμήμα μεταξύ δύο αρθρώσεων
- κείμενο σε εφημερίδα που περιέχει κριτική και προσωπικές θέσεις, σε αντιδιαστολή προς το ρεπορτάζ που κανονικά αποτελεί απλή αναφορά γεγονότων και δεν περιλαμβάνει κρίσεις
- στο κύριο άρθρο της η εφημερίδα πήρε θέση τελικά υπέρ του τάδε υποψηφίου
Συγγενικά
Σύνθετα
- → δείτε τη λέξη αρθρογράφος