εισηγητής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ απλοποίηση προτ. κλίσης |
μ διαγραφή των interwikis |
||
Γραμμή 91: | Γραμμή 91: | ||
{{κλείδα-ελλ}} |
{{κλείδα-ελλ}} |
||
[[fr:εισηγητής]] |
|||
[[mg:εισηγητής]] |
Αναθεώρηση της 00:42, 30 Απριλίου 2017
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- εισηγητής < αρχαία ελληνική εἰσηγητής
Ουσιαστικό
εισηγητής αρσενικό
- αυτός που έχει αναλάβει να κάνει μια εισήγηση, να παρουσιάσει ένα ζήτημα και προτάσεις πάνω σε αυτό
- αυτός που κάνει ευρύτερα γνωστό κάτι το καινούριο ή αυτός που προτείνει την καθιέρωση ενός καινούριου πράγματος (πχ ενός νέου επιστημονικού όρου)
Μεταφράσεις
εισηγητής
|