επιστόμιο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη en
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ διαγραφή των interwikis
Γραμμή 61: Γραμμή 61:


{{κλείδα-ελλ}}
{{κλείδα-ελλ}}

[[en:επιστόμιο]]

Αναθεώρηση της 09:53, 30 Απριλίου 2017

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το επιστόμιο τα επιστόμια
      γενική του επιστομίου
επιστόμιου
των επιστομίων
    αιτιατική το επιστόμιο τα επιστόμια
     κλητική επιστόμιο επιστόμια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επιστόμιο < (ελληνιστική κοινή) ἐπιστόμιον

Ουσιαστικό

επιστόμιο ουδέτερο

  1. το πώμα
  2. εξάρτημα πνευστών μουσικών οργάνων, αναπνευστήρων, της πίπας καπνίσματος κλπ, το οποίο ο χρήστης τοποθετεί στο στόμα του για να φυσήξει ή να εισπνεύσει


Μεταφράσεις