κομμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη fr |
μ διαγραφή των interwikis |
||
Γραμμή 67: | Γραμμή 67: | ||
{{κλείδα-ελλ}} |
{{κλείδα-ελλ}} |
||
[[fr:κομμός]] |
Αναθεώρηση της 13:44, 21 Μαΐου 2017
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- κομμός < αρχαία ελληνική κομμός < κόπτω
Ουσιαστικό
κομμός αρσενικό
- (λογοτεχνικό) είδος θρηνητικού τραγουδιού που αδόταν από τον χορό και τους πρωταγωνιστές αρχαίας τραγωδίας
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη κόβω