vaginal: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Προσθήκη: ky:vaginal
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ διαγραφή των interwikis
Γραμμή 20: Γραμμή 20:
{{τ|fr|{{PAGENAME}}}}
{{τ|fr|{{PAGENAME}}}}
# {{ανατ|fr}} [[κολπικός]], που αναφέρεται στον γυναικείο [[κόλπος|κόλπο]]
# {{ανατ|fr}} [[κολπικός]], που αναφέρεται στον γυναικείο [[κόλπος|κόλπο]]

[[ast:vaginal]]
[[de:vaginal]]
[[en:vaginal]]
[[eo:vaginal]]
[[es:vaginal]]
[[et:vaginal]]
[[fr:vaginal]]
[[hu:vaginal]]
[[io:vaginal]]
[[ja:vaginal]]
[[ko:vaginal]]
[[ku:vaginal]]
[[ky:vaginal]]
[[ml:vaginal]]
[[my:vaginal]]
[[nl:vaginal]]
[[pl:vaginal]]
[[pt:vaginal]]
[[ro:vaginal]]
[[ru:vaginal]]
[[sk:vaginal]]
[[sv:vaginal]]
[[ta:vaginal]]
[[vi:vaginal]]
[[zh:vaginal]]

Αναθεώρηση της 18:43, 24 Μαΐου 2017

Αγγλικά (en)

Επίθετο

vaginal (en)

  • κολπικός, που αναφέρεται στον γυναικείο κόλπο
vaginal delivery: φυσιολογικός (κολπικός) τοκετός, σε αντίθεση προς την καισαρική τομή



Γαλλικά (fr)

Ετυμολογία

vaginal < vagin

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Επίθετο

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό vaginal vaginals
θηλυκό vaginale vaginales

vaginal (fr)

  1. Πρότυπο:ανατ κολπικός, που αναφέρεται στον γυναικείο κόλπο