βυσσινάδα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
{{el-κλίσ-'ελπίδα'}} |
{{el-κλίσ-'ελπίδα'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[βυσσινάς]] |
||
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
Αναθεώρηση της 14:50, 2 Ιουλίου 2017
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- βυσσινάδα < αρχαία ελληνική βυσσινάς
Ουσιαστικό
βυσσινάδα θηλυκό
- αναψυκτικό που το παρασκευάζουμε από σιρόπι βύσσινων διαλυμένο σε νερό
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη βύσσινο
Δείτε επίσης
- βυσσινάδα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
βυσσινάδα