ετερόκλιτος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{δείτε|ἑτερόκλιτος}}
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
{{el-κλίσ-'όμορφος'}}
{{el-κλίσ-'όμορφος'}}

Αναθεώρηση της 07:23, 25 Δεκεμβρίου 2017

Δείτε επίσης: ἑτερόκλιτος

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ετερόκλιτος η ετερόκλιτη το ετερόκλιτο
      γενική του ετερόκλιτου της ετερόκλιτης του ετερόκλιτου
    αιτιατική τον ετερόκλιτο την ετερόκλιτη το ετερόκλιτο
     κλητική ετερόκλιτε ετερόκλιτη ετερόκλιτο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ετερόκλιτοι οι ετερόκλιτες τα ετερόκλιτα
      γενική των ετερόκλιτων των ετερόκλιτων των ετερόκλιτων
    αιτιατική τους ετερόκλιτους τις ετερόκλιτες τα ετερόκλιτα
     κλητική ετερόκλιτοι ετερόκλιτες ετερόκλιτα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

ετερόκλιτος < (ελληνιστική κοινή) ἑτερόκλιτος ((σημασιολογικό δάνειο) Πρότυπο:ετυμ de Heteroklit)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ομώνυμα / Ομόηχα

Επίθετο

ετερόκλιτος, -η, -ο

  1. Πρότυπο:γλωσσ Πρότυπο:γραμμ που κάποιοι τύποι του κλίνονται σύμφωνα με άλλη κλίση
    Η λέξη πῦρ είναι ετερόκλιτη: ο ενικός κλίνεται κατά την τρίτη κλίση και ο πληθυντικός κατά την δεύτερη
  2. (ουσιαστικοποιημένο) ετερόκλιτο

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις