συσκευή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 15: Γραμμή 15:
===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
* {{en}} : {{τ|en|device}}, {{τ|en|apparatus}}, {{τ|en|appliance}}
* {{en}} : {{τ|en|device}}, {{τ|en|apparatus}}, also
{{τ|en|appliance}}
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{vi}} : {{τ|vi|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{vi}} : {{τ|vi|ΧΧΧ}} -->

Αναθεώρηση της 12:48, 19 Φεβρουαρίου 2018

Βώ

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η συσκευή οι συσκευές
      γενική της συσκευής των συσκευών
    αιτιατική τη συσκευή τις συσκευές
     κλητική συσκευή συσκευές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

συσκευή < (ελληνιστική κοινήσυσκευή < σύν + σκευή ((σημασιολογικό δάνειο) (γαλλικά) appareil)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

συσκευή θηλυκό

Μεταφράσεις



Αρχαία ελληνικά (grc)

Πρότυπο:grc-κλίσ-'τιμή'

Ετυμολογία

συσκευή < σύν + σκευή

Ουσιαστικό

συσκευή θηλυκό

  1. ετοιμασία, προετοιμασία
  2. σκηνική κατασκευή, προετοιμασία για ανέβασμα θεατρικής παράστασης
  3. (μεταφορικά) δόλος, μηχανορραφία