θρησκεία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Anadelph2 (συζήτηση | συνεισφορές)
Ετικέτα: επεξεργασία κώδικα 2017
Anadelph2 (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτα: επεξεργασία κώδικα 2017
Γραμμή 6: Γραμμή 6:


==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===
{{ΔΦΑ|θɾiˈski.a|γλ=el}}
{{ΔΦΑ|θɾisˈki.a|γλ=el}}


==={{ουσιαστικό|el}}===
==={{ουσιαστικό|el}}===

Αναθεώρηση της 18:30, 9 Μαρτίου 2018

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'θάλασσα'

Ετυμολογία

θρησκεία < ελληνιστική θρησκεία

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

θρησκεία θηλυκό

  1. παγιωμένο σύνολο αντιλήψεων και πρακτικών που αφορούν στη σχέση του ανθρώπου με το θεό
    • Η θρησκεία περιορίζει τα πάθη και σου δίνει σκοπό.
  2. Πρότυπο:φιλοσ οποιοδήποτε μη συνειδητοποιημένο φαντασιακό επινόημα
    • Το χρήμα, η δημοκρατία, η κρατική δικαιοσύνη, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα κράτη αποτελούν φαντασιακά επινοήματα, ανθρώπινες συμβάσεις. Οι σημαντικότεροι θεωρητικοί αυτών των φαντασιακών επινοήσεων παραδέχονται ρητά ότι αποτελούν αναγκαίες συμβάσεις, όμως η θρησκεία αν γίνει αντιληπτή ως σύμβαση και όχι ως απόλυτη αλήθεια, εξανεμίζεται.

  3. (μεταφορικά) η απόλυτη αφοσίωση σε ένα σκοπό
    • Η ομάδα είναι θρησκεία για μένα.

Συγγενικά

Σύνθετα

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις