παγιωμένος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
μ προσθήκη κλίσης στις μετοχές -μένος -μενος
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
{{el-κλίσ-'όμορφος'}}


==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===

Αναθεώρηση της 13:52, 25 Αυγούστου 2018

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο παγιωμένος η παγιωμένη το παγιωμένο
      γενική του παγιωμένου της παγιωμένης του παγιωμένου
    αιτιατική τον παγιωμένο την παγιωμένη το παγιωμένο
     κλητική παγιωμένε παγιωμένη παγιωμένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι παγιωμένοι οι παγιωμένες τα παγιωμένα
      γενική των παγιωμένων των παγιωμένων των παγιωμένων
    αιτιατική τους παγιωμένους τις παγιωμένες τα παγιωμένα
     κλητική παγιωμένοι παγιωμένες παγιωμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

παγιωμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου παγιώνω

Μετοχή

παγιωμένος, -η, -ο

  1. → δείτε τη λέξη παγιώνω

Μεταφράσεις