αποταμιεύω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ μετατροπή {{ετυμ|ine-pro}}
Γραμμή 3: Γραμμή 3:


==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ετυμ grc-koi|EL}} [[ἀποταμιεύω]] / [[ἀποταμιεύομαι]] < [[ἀπό]] + {{ετυμ|grc|el}} [[ταμιεύω]] < [[ταμίας]] < [[τέμνω]] < {{ετυμ ine-pro|EL}} *''tm̥-n-h₂''- < *''temh₂''- ‎([[κόβω]])
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ετυμ grc-koi|EL}} [[ἀποταμιεύω]] / [[ἀποταμιεύομαι]] < [[ἀπό]] + {{ετυμ|grc|el}} [[ταμιεύω]] < [[ταμίας]] < [[τέμνω]] < {{ετυμ|ine-pro}} *''tm̥-n-h₂''- < *''temh₂''- ‎([[κόβω]])


==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===

Αναθεώρηση της 20:17, 27 Απριλίου 2019

Δείτε επίσης: ἀποταμιεύω

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αποταμιεύω < Πρότυπο:ετυμ grc-koi ἀποταμιεύω / ἀποταμιεύομαι < ἀπό + αρχαία ελληνική ταμιεύω < ταμίας < τέμνω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *tm̥-n-h₂- < *temh₂- ‎(κόβω)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ρήμα

αποταμιεύω (παθητική φωνή: αποταμιεύομαι)

  1. Πρότυπο:οικον κρατώ κάποια χρήματα στην άκρη (σε τραπεζικό λογαριασμό ή αλλού), προκειμένου να τα χρησιμοποιήσω αργότερα (όλο το ποσό ή τμήμα του), όταν θα τα έχω περισσότερη ανάγκη
  2. (κατ’ επέκταση) (μεταφορικά) παρόμοια διαδικασία για διάφορα υλικά ή πνευματικά αγαθά

Συγγενικά

Κλίση

Μεταφράσεις