Άγγλος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
ETY ενημέρωση προτύπων |
→{{ουσιαστικό|el}}: ιθαγένεια = υπηκοότητα |
||
Γραμμή 6: | Γραμμή 6: | ||
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
||
'''{{PAGENAME}}''' {{α}} |
'''{{PAGENAME}}''' {{α}} |
||
# {{εθν}} αυτός που [[κατάγομαι|κατάγεται]] από την [[Αγγλία]] ή έχει αγγλική |
# {{εθν}} αυτός που [[κατάγομαι|κατάγεται]] από την [[Αγγλία]] ή έχει αγγλική [[υπηκοότητα]] |
||
# {{μτφρ}} αυτός που είναι απόλυτα [[συνεπής]] και [[ακριβής]] στα ραντεβού του |
# {{μτφρ}} αυτός που είναι απόλυτα [[συνεπής]] και [[ακριβής]] στα ραντεβού του |
||
Αναθεώρηση της 19:29, 10 Ιουνίου 2019
Νέα ελληνικά (el)
πτώση | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | Άγγλος | Αγγλίδα | Άγγλοι | Αγγλίδες |
γενική | Άγγλου | Αγγλίδας | Άγγλων | Αγγλίδων |
αιτιατική | Άγγλο | Αγγλίδα | Άγγλους | Αγγλίδες |
κλητική | Άγγλε | Αγγλίδα | Άγγλοι | Αγγλίδες |
Ετυμολογία
- Άγγλος < μεσαιωνική ελληνική Άγγλος < Αγγλία < υστερολατινική Anglia < Angli < Anglus < πρωτογερμανική *angulō / *angô (αγκίστρι) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *h₂énk-ō < *h₂enk- (καμπή, καμπύλη, λύγισμα)
Ουσιαστικό
Άγγλος αρσενικό
- Πρότυπο:εθν αυτός που κατάγεται από την Αγγλία ή έχει αγγλική υπηκοότητα
- (μεταφορικά) αυτός που είναι απόλυτα συνεπής και ακριβής στα ραντεβού του
Άλλες μορφές
Συγγενικά
Σύνθετα
Μεταφράσεις
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα υστερολατινικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτογερμανική (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)