σωματώδης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 19: Γραμμή 19:


* {{en}} : {{τ|en|stout}}
* {{en}} : {{τ|en|stout}}
{{μτφ-τέλος}}
* {{Fr}} : {{τ|fr|corpulente}}
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}



Αναθεώρηση της 15:30, 14 Αυγούστου 2019

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο σωματώδης η σωματώδης το σωματώδες
      γενική του σωματώδους της σωματώδους του σωματώδους
    αιτιατική τον σωματώδη τη σωματώδη το σωματώδες
     κλητική σωματώδη(ς) σωματώδης σωματώδες
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι σωματώδεις οι σωματώδεις τα σωματώδη
      γενική των σωματωδών των σωματωδών των σωματωδών
    αιτιατική τους σωματώδεις τις σωματώδεις τα σωματώδη
     κλητική σωματώδεις σωματώδεις σωματώδη
Κατηγορία όπως «μανιώδης» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

σωματώδης < αρχαία ελληνική σωματώδης < σῶμα + -ώδης ((σημασιολογικό δάνειο) γαλλική corpulent)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Επίθετο

σωματώδης, -ης, -ες

Συγγενικά

  • → δείτε τη λέξη σώμα

Μεταφράσεις

|}