fonds: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→‎{{-fr-}}: προφορά
μ ήχος fr
Γραμμή 3: Γραμμή 3:
==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===
{{ΔΦΑ|fɔ̃ |γλ=fr}}
{{ΔΦΑ|fɔ̃ |γλ=fr}}
:{{ήχος|fr}}


==={{ουσιαστικό|fr}}===
==={{ουσιαστικό|fr}}===
Γραμμή 10: Γραμμή 11:


===={{ομώνυμα}}====
===={{ομώνυμα}}====
* [[fond]]
* {{λ|fond|fr}}

Αναθεώρηση της 08:53, 1 Σεπτεμβρίου 2019

Γαλλικά (fr)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
 

Ουσιαστικό

ενικός πληθυντικός
fonds fonds

fonds (fr) αρσενικό

  1. το κεφάλαιο, το ταμείο, το απόθεμα

Ομώνυμα / Ομόηχα