λεπτύνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→‎{{μεταφράσεις}}: Ωραία. Επισκέπτη: βάζουμε {{βλ|.....}}
Γραμμή 10: Γραμμή 10:
===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
*[[λεπταίνω]]
* {{βλ|λεπταίνω}}
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}



Αναθεώρηση της 07:17, 22 Οκτωβρίου 2019

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

λεπτύνω < αρχαία ελληνική λεπτύνω < λεπτός < λέπω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *lep- (φλούδα, φλοιός)

Ρήμα

λεπτύνω

Μεταφράσεις