μακρόχρονος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
NDessenne (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 20: Γραμμή 20:
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{br}} : {{τ|br|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{br}} : {{τ|br|ΧΧΧ}} -->
* {{fr}} : de longue durée
* {{fr}} : de longue {{τ|fr|durée}}, {{τ|fr|interminable}}
<!-- * {{de}} : {{τ|de|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{de}} : {{τ|de|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{da}} : {{τ|da|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{da}} : {{τ|da|ΧΧΧ}} -->

Αναθεώρηση της 15:31, 23 Ιανουαρίου 2020

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

μακρόχρονος < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο

μακρόχρονος, -η, -ο

  1. που διαρκεί για πολύ χρόνο
     συνώνυμα: μακροχρόνιος
  2. Πρότυπο:γραμμ για φωνήεν ή συλλαβή με μακρά διάρκεια
    η μακρόχρονη παραλήγουσα στη λέξη «μῆλον» περισπάται
     συνώνυμα: μακρός


Μεταφράσεις