εξυπνότερος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
{{συγκρ, παράγ |
links |
||
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
{{el-κλίσ-'όμορφος'}} |
{{el-κλίσ-'όμορφος'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{ |
: '''{{PAGENAME}}''' < εξυπν{{π|-ότερος}}, {{συγκρ|έξυπνος}} |
||
==={{επίθετο|el}}=== |
==={{επίθετο|el}}=== |
||
Γραμμή 12: | Γραμμή 12: | ||
===={{παράγωγα}}==== |
===={{παράγωγα}}==== |
||
* [[ |
* [[εξυπνότερα]] (''επίρρημα'') |
||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
||
Γραμμή 26: | Γραμμή 26: | ||
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{br}} : {{τ|br|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{br}} : {{τ|br|ΧΧΧ}} --> |
||
* {{fr}} : {{τ|fr|plus intelligent}} |
* {{fr}} : {{τ|fr|plus intelligent|iw=intelligent|link=intelligent}} |
||
<!-- * {{de}} : {{τ|de|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{de}} : {{τ|de|ΧΧΧ}} --> |
||
<!-- * {{yi}} : {{τ|yi|ΧΧΧ}} --> |
<!-- * {{yi}} : {{τ|yi|ΧΧΧ}} --> |
Αναθεώρηση της 06:43, 26 Ιανουαρίου 2020
Νέα ελληνικά (el)
χωρίς άρθρο, συγκριτικός βαθμός με το άρθρο, σχετικός υπερθετικός βαθμός | ||||||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | εξυπνότερος | η | εξυπνότερη | το | εξυπνότερο |
γενική | του | εξυπνότερου | της | εξυπνότερης | του | εξυπνότερου |
αιτιατική | τον | εξυπνότερο | την | εξυπνότερη | το | εξυπνότερο |
κλητική | εξυπνότερε | εξυπνότερη | εξυπνότερο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | εξυπνότεροι | οι | εξυπνότερες | τα | εξυπνότερα |
γενική | των | εξυπνότερων | των | εξυπνότερων | των | εξυπνότερων |
αιτιατική | τους | εξυπνότερους | τις | εξυπνότερες | τα | εξυπνότερα |
κλητική | εξυπνότεροι | εξυπνότερες | εξυπνότερα | |||
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
- εξυπνότερος < εξυπν-ότερος, συγκριτικός βαθμός του έξυπνος
Επίθετο
εξυπνότερος, -η, -ο
- που είναι πιο έξυπνος, πιο ευφυής από κάποιον άλλο (για ζωντανά πλάσματα)
- Τα λυκόσκυλα είναι εξυπνότερα από πολλές άλλες ράτσες, ίσως όμως όχι και από τα ημίαιμα
- που είναι ο πιο αποδοτικός, ο προσφορότερος, ο ενδεδειγμένος (για αφηρημένες έννοιες)
- Νομίζω ότι η εξυπνότερη λύση για θέρμανση σχετικά χαμηλού κόστους
Παράγωγα
- εξυπνότερα (επίρρημα)
Μεταφράσεις
εξυπνότερος