σχετικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ προσθήκη el-κλίσ-'καλός' στα -ικός |
Αρχείο:Logical dbmodel.png |
||
Γραμμή 2: | Γραμμή 2: | ||
{{προσχέδιο}} |
{{προσχέδιο}} |
||
{{el-κλίσ-'καλός'}} |
{{el-κλίσ-'καλός'}} |
||
[[Αρχείο:Logical dbmodel.png|270px|thumb|Ένα [[διάγραμμα οντοτήτων-συσχετίσεων]] με τρεις [[πίνακας|πίνακες]] και τις [[συσχέτιση|συσχετίσεις]] μεταξύ των [[γραμμή|γραμμών]] τους. Οι πίνακες Group και Department (και οι αντίστοιχες εγγραφές τους) είναι '''σχετικοί''' γιατί συνδέονται με τα κλειδιά depart_it ([[εξωτερικό κλειδί|εξωτερικό]]) και id ([[πρωτεύον κλειδί|πρωτεύον]]). Παρόμοια και οι πίνακες Student και Group |
|||
]] |
|||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|}} |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|}} |
||
Γραμμή 9: | Γραμμή 10: | ||
'''{{PAGENAME}}''' |
'''{{PAGENAME}}''' |
||
# {{λείπει ο ορισμός}}, συγκριτικός |
# {{λείπει ο ορισμός}}, συγκριτικός |
||
# {{βασδε}} οι [[πίνακας|πίνακες]] και οι αντίστοιχες [[εγγραφή|εγγραφές]] ([[γραμμή|γραμμές]]) τους που συνδέονται λογικά με την χρήση [[πρωτεύον κλειδί|πρωτευόντων]] και [[εξωτερικό κλειδί|εξωτερικών κλειδιών]] (βλ. [[συσχέτιση]], [[σχέση]]) |
|||
#: Συνώνυμα: [[σχετιζόμενος]], [[συσχετιζόμενος]] |
|||
Γραμμή 14: | Γραμμή 17: | ||
'''{{PAGENAME}}''' |
'''{{PAGENAME}}''' |
||
# {{φυσ}} [[σχετικιστής]], φυσικός με πεδίο έρευνας την συμφιλίωση της γενικοσχετικότητας με την κβαντική θεωρία πεδίου |
# {{φυσ}} [[σχετικιστής]], φυσικός με πεδίο έρευνας την συμφιλίωση της γενικοσχετικότητας με την κβαντική θεωρία πεδίου |
||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
Αναθεώρηση της 12:23, 2 Φεβρουαρίου 2020
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | σχετικός | η | σχετική | το | σχετικό |
γενική | του | σχετικού | της | σχετικής | του | σχετικού |
αιτιατική | τον | σχετικό | τη | σχετική | το | σχετικό |
κλητική | σχετικέ | σχετική | σχετικό | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | σχετικοί | οι | σχετικές | τα | σχετικά |
γενική | των | σχετικών | των | σχετικών | των | σχετικών |
αιτιατική | τους | σχετικούς | τις | σχετικές | τα | σχετικά |
κλητική | σχετικοί | σχετικές | σχετικά | |||
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
- σχετικός < αρχαία ελληνική σχετικός
Επίθετο
σχετικός
- → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί), συγκριτικός
- Πρότυπο:βασδε οι πίνακες και οι αντίστοιχες εγγραφές (γραμμές) τους που συνδέονται λογικά με την χρήση πρωτευόντων και εξωτερικών κλειδιών (βλ. συσχέτιση, σχέση)
- Συνώνυμα: σχετιζόμενος, συσχετιζόμενος
Ουσιαστικό
σχετικός
- Πρότυπο:φυσ σχετικιστής, φυσικός με πεδίο έρευνας την συμφιλίωση της γενικοσχετικότητας με την κβαντική θεωρία πεδίου
Μεταφράσεις
σχετικός