βόσκω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
ετυ, κλίση full
Γραμμή 2: Γραμμή 2:


==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|}}
: '''{{PAGENAME}}''' < {{κλη|grc|el|βόσκω}}

==={{ρήμα|el}}===
==={{ρήμα|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' & [[βοσκώ]]{{el-ρήμα|έβοσκα '''&''' βοσκούσα|βοσκήσω|βόσκησα||}}
'''{{PAGENAME}}'''{{el-ρήμα|πρτ=έβοσκα|αορ=βόσκησα|π-εν=βόσκομαι|π-αορ=βοσκήθηκα|μππ=βοσκημένος}}
# (''για ζώα'') τρώω [[χορτάρι]] σε λιβάδι
# (''για ζώα'') τρώω [[χορτάρι]] σε λιβάδι
# μαζεύω και πηγαίνω τα ζώα (αγελάδες και πρόβατα συνήθως) για να φάνε (χορτάρι)
# μαζεύω και πηγαίνω τα ζώα (αγελάδες και πρόβατα συνήθως) για να φάνε (χορτάρι)

===={{μορφές}}====
* [[βοσκάω]] / [[βοσκώ]]


===={{εκφράσεις}}====
===={{εκφράσεις}}====
Γραμμή 17: Γραμμή 21:


===={{κλίση}}====
===={{κλίση}}====
'''Σημείωση:''' Οι συνοπτικοί και συντελεσμένοι χρόνοι, όπως και στο [[βοσκάω]]/[[βοσκώ]]
{{el-κλίσ-'ξέρω'|βόσκ|έβοσκ}}
{{el-κλίσ-'δένω'|βόσκ|βοσκ|βόσκησ|βόσκησ|}}
:'''Σημείωση:''' Για την κλίση των συνοπτικών και συντελεσμένων χρόνων βλέπε τον παράλληλο τύπο - [[βοσκώ|βοσκάω-ώ]]
{{el-κλίσ-'δένομαι'|βόσκ|βοσκ|βοσκήθ|βοσκηθ|βοσκημ|βοσκήσ|πρ1=}}


===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====

Αναθεώρηση της 22:08, 27 Φεβρουαρίου 2020

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

βόσκω < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική βόσκω

Ρήμα

βόσκω, πρτ.: έβοσκα, αόρ.: βόσκησα, παθ.φωνή: βόσκομαι, π.αόρ.: βοσκήθηκα, μτχ.π.π.: βοσκημένος

  1. (για ζώα) τρώω χορτάρι σε λιβάδι
  2. μαζεύω και πηγαίνω τα ζώα (αγελάδες και πρόβατα συνήθως) για να φάνε (χορτάρι)

Άλλες μορφές

Εκφράσεις

  • Πού βόσκεις;: Πού βρίσκεσαι;

Συγγενικά

Κλίση

Σημείωση: Οι συνοπτικοί και συντελεσμένοι χρόνοι, όπως και στο βοσκάω/βοσκώ

Μεταφράσεις