μετεωρίζω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 2: Γραμμή 2:


==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|}}
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ|}}<ref>{{Β:ΛΚΝ}}</ref>


==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===
Γραμμή 63: Γραμμή 63:
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|XXX}} -->
<!-- * {{fi}} : {{τ|fi|XXX}} -->
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}

==={{αναφορές}}===
<references/>


----

=={{-grc-}}==

==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λ|μετέωρος|grc|μετέωρ(ος)}} + {{π|-ίζω|grc}}

==={{ρήμα|grc}}===
'''{{PAGENAME}}'''
# θέτω ένα αντικείμενο σε μεγάλο [[ύψος]]
# {{μεταφορικά}} δίνω ψεύτικες [[ελπίδα|ελπίδες]]

===={{κλίση}}====
{{grc-κλίσ-Ενσ-ΕΦ-'λαμβάνω'|μετεωρίζ|μετεώριζ|μετεωριζ}}

===={{βλέπε}}====
* {{Β:Λίντελ}}
* {{Β:ΛΟΓΕΙΟΝ}}


{{κλείδα-ελλ}}
{{κλείδα-ελλ}}

Αναθεώρηση της 10:54, 22 Ιουνίου 2020

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

μετεωρίζω < αρχαία ελληνική μετεωρίζω[1]

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ρήμα

μετεωρίζω

Κλίση

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές



Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

μετεωρίζω < μετέωρ(ος) + -ίζω

Ρήμα

μετεωρίζω

  1. θέτω ένα αντικείμενο σε μεγάλο ύψος
  2. (μεταφορικά) δίνω ψεύτικες ελπίδες

Κλίση

Πρότυπο:grc-κλίσ-Ενσ-ΕΦ-'λαμβάνω'

Δείτε επίσης