étage: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
μ αντικατάσταση # με * |
||
Γραμμή 11: | Γραμμή 11: | ||
{{fr-κλίσ-rég}} |
{{fr-κλίσ-rég}} |
||
{{τ|fr|{{PAGENAME}}}} {{α}} |
{{τ|fr|{{PAGENAME}}}} {{α}} |
||
* ο [[όροφος]], το [[πάτωμα]] |
|||
===={{συγγενικά}}==== |
===={{συγγενικά}}==== |
Αναθεώρηση της 06:23, 14 Αυγούστου 2020
Γαλλικά (fr)
Ετυμολογία
- étage < παλαιά γαλλική estage (=κατοικία) < παλαιά γαλλική ester (μένω, στέκομαι)
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
- ⓘ
Ουσιαστικό
ενικός | πληθυντικός |
étage | étages |
étage (fr) αρσενικό