φανουρόπιτα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ανάκληση της επεξεργασίας 4825257 του Texniths (Συζήτηση), επειδή η φανουρόπιτα δεν υπάρχει σε αγγλόφωνες χώρες, γίνεται αναγραμματισμός, όπως και στην αγγλική βικιπαίδεια: https://en.wikipedia.org/wiki/Fanouropita
Ετικέτα: Αναίρεση
Γραμμή 15: Γραμμή 15:
===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
<!-- * {{en}} : {{τ|en|XXX}} -->
<!-- * {{en}} : {{τ|en|fanouropita}}
<!-- * {{az}} : {{τ|az|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{az}} : {{τ|az|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{sq}} : {{τ|sq|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{sq}} : {{τ|sq|ΧΧΧ}} -->

Αναθεώρηση της 15:45, 27 Αυγούστου 2020

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φανουρόπιτα οι φανουρόπιτες
      γενική της φανουρόπιτας των (φανουροπιτών)
    αιτιατική τη φανουρόπιτα τις φανουρόπιτες
     κλητική φανουρόπιτα φανουρόπιτες
Κατηγορία όπως «νότα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

φανουρόπιτα < Φανούρ(ιος) + -ο- + -πιτα

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
τυπογραφικός συλλαβισμός: φα‐νου‐ρό‐πι‐τα

Ουσιαστικό

φανουρόπιτα θηλυκό

  • (γαστρονομία, λαογραφία) γλυκιά πίτα που παρασκευάζεται για την ημέρα της εορτής του Αγίου Φανουρίου, για να βοηθήσει ο άγιος να φανερωθεί κάτι, κυρίως γαμπρός για τις ανύπαντρες κοπέλες[1]
    ※  Κι έβαλα ένα κερί αναμμένο κάτω στο πάτωμα δίπλα στην εικόνα του Χριστούλη και ζύμωσα με τα δώδεκα υλικά μια φανουρόπιτα, την έψησα και φάγαμε οι τρεις μας, εγώ, η αδελφή μου και η μάνα μου. (Σοφία Φιλιππίδου, Με μια σκάλα στο φεγγάρι, (Αθήνα: Καστανιώτης, 2014), σελ. 249)

Μεταφράσεις

Αναφορές

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)