συνεσφιγμένος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-el-}}== {{el-κλίση-'όμορφος'}} ==={{ετυμολογία}}=== : '''{{PAGENAME}}''' < {{μτχππ|συσφίγγομαι}} ==={{προφορά}}=== {{ΔΦΑ...
(Καμία διαφορά)

Αναθεώρηση της 09:02, 31 Αυγούστου 2020

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο συνεσφιγμένος η συνεσφιγμένη το συνεσφιγμένο
      γενική του συνεσφιγμένου της συνεσφιγμένης του συνεσφιγμένου
    αιτιατική τον συνεσφιγμένο τη συνεσφιγμένη το συνεσφιγμένο
     κλητική συνεσφιγμένε συνεσφιγμένη συνεσφιγμένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι συνεσφιγμένοι οι συνεσφιγμένες τα συνεσφιγμένα
      γενική των συνεσφιγμένων των συνεσφιγμένων των συνεσφιγμένων
    αιτιατική τους συνεσφιγμένους τις συνεσφιγμένες τα συνεσφιγμένα
     κλητική συνεσφιγμένοι συνεσφιγμένες συνεσφιγμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

συνεσφιγμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος συσφίγγομαι

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
τυπογραφικός συλλαβισμός: συ‐νε‐σφι‐γμέ‐νος

Μετοχή

συνεσφιγμένος, -η, -ο

Μεταφράσεις