αμάρτυρος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση ετικετών, προτύπων |
μικροδρθ lang=1 |
||
Γραμμή 15: | Γραμμή 15: | ||
##: ''παράδειγμα: η αρχαία ελληνική λέξη'' {{λ|λύκη|grc|*λύκη}} ''που απαντά σε σύνθετα όπως:'' {{λ|ἀμφιλύκη|grc}} |
##: ''παράδειγμα: η αρχαία ελληνική λέξη'' {{λ|λύκη|grc|*λύκη}} ''που απαντά σε σύνθετα όπως:'' {{λ|ἀμφιλύκη|grc}} |
||
## (''[[ιστορικοσυγκριτική γλωσσολογία]]'') τύποι ([[ρίζα|ρίζες]], λέξεις) υποθετικών γλωσσών, στους οποίους φθάνουμε με τους αυστηρούς κανόνες της [[ανασύνθεση]]ς (ή [[επανασύνθεση]]ς) |
## (''[[ιστορικοσυγκριτική γλωσσολογία]]'') τύποι ([[ρίζα|ρίζες]], λέξεις) υποθετικών γλωσσών, στους οποίους φθάνουμε με τους αυστηρούς κανόνες της [[ανασύνθεση]]ς (ή [[επανασύνθεση]]ς) |
||
##: ''παράδειγμα: για το ρήμα'' [[ἄγω]] ''η'' {{l|*ágō|grk-pro| |
##: ''παράδειγμα: για το ρήμα'' [[ἄγω]] ''η'' {{l|*ágō|grk-pro|lang=1}} ([[:en:Reconstruction:Proto-Hellenic/ágō|*ágōστο en.wiktionary]]) |
||
##: ''παράδειγμα:'' {{λ|*ph₂tḗr|ine-pro| |
##: ''παράδειγμα:'' {{λ|*ph₂tḗr|ine-pro|lang=1}} (''δείτε την αρχαία'' {{λ|πατήρ|grc}}) |
||
===={{συγγενικά}}==== |
===={{συγγενικά}}==== |
Αναθεώρηση της 12:13, 4 Σεπτεμβρίου 2020
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- αμάρτυρος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἀμάρτυρος (χωρίς μάρτυρες ή μαρτυρία) < ἀ- + μάρτυς, σημασιολογικό δάνειο από τη γερμανική unbezeugt ή την αγγλική unattested[1]
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο
αμάρτυρος, -η, -ο
- που δεν υπάρχει μαρτυρία γι’ αυτόν, δεν αποδεικνύεται
- (γλωσσολογία) για όρο ή λέξη που δεν εντοπίζεται σε υπάρχον γραπτό κείμενο, αλλά εικάζεται ότι υπήρξε τουλάχιστον προφορική χρήση της. Σημειώνεται το σύμβολο * (αστερίσκος) μπροστά από τη λέξη
- (στην κλασική φιλολογία) τύπος ή λέξη που δεν μαρτυρείται, δεν σώζεται σε αρχαίο κείμενο, αλλά τη γνωρίζουμε από άλλη της μορφή (κλιτικό τύπο ή σύνθετη λέξη) ή από σχόλια γραμματικών και λεξικογράφων
- (ιστορικοσυγκριτική γλωσσολογία) τύποι (ρίζες, λέξεις) υποθετικών γλωσσών, στους οποίους φθάνουμε με τους αυστηρούς κανόνες της ανασύνθεσης (ή επανασύνθεσης)
- παράδειγμα: για το ρήμα ἄγω η πρωτοελληνική *ágō (*ágōστο en.wiktionary)
- παράδειγμα: πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *ph₂tḗr (δείτε την αρχαία πατήρ)
Συγγενικά
- → δείτε τη λέξη μαρτυρία
- Αμάρτυροι τύποι αρχαίων ελληνικών στο Βικιλεξικό
- για τους επανασυντεθειμένους υποθετικούς τύπους, δείτε την Κατηγορία:Πρωτογλώσσες
Μεταφράσεις
Αναφορές
- ↑ αμάρτυρος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Σημασιολογικά δάνεια από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γερμανικά (νέα ελληνικά)
- Σημασιολογικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες προφορές (νέα ελληνικά)
- Λέξεις χωρίς προφορά στο πρότυπο ΔΦΑ
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Γλωσσολογία (νέα ελληνικά)
- Φιλολογία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)