vieux: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Προσθήκη: tr:vieux |
μ Ρομπότ: Προσθήκη: fa:vieux |
||
Γραμμή 24: | Γραμμή 24: | ||
[[es:vieux]] |
[[es:vieux]] |
||
[[et:vieux]] |
[[et:vieux]] |
||
[[fa:vieux]] |
|||
[[fi:vieux]] |
[[fi:vieux]] |
||
[[fr:vieux]] |
[[fr:vieux]] |
Αναθεώρηση της 21:05, 14 Οκτωβρίου 2007
vieux (πριν απο σύμφωνο) vieil (πριν απο φωνήεν) vieille (στο θηλυκό)
Un vieux loup. Ένας γέρικος λύκος.
Un vieux, une vieille. Ένας γέρος, μια γριά.
Un vieil ami. Ένας παλιός φίλος.