αγριοφωνάρα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ διαγραφή των interwikis |
μ από el-κλίσ- σε el-κλίση- |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{el- |
{{el-κλίση-'πείνα'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < [[αγριο-]] + [[φωνάρα]] |
: '''{{PAGENAME}}''' < [[αγριο-]] + [[φωνάρα]] |
Αναθεώρηση της 12:52, 13 Σεπτεμβρίου 2020
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | αγριοφωνάρα | οι | αγριοφωνάρες |
γενική | της | αγριοφωνάρας | — | |
αιτιατική | την | αγριοφωνάρα | τις | αγριοφωνάρες |
κλητική | αγριοφωνάρα | αγριοφωνάρες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
Ουσιαστικό
αγριοφωνάρα θηλυκό
- άγρια δυνατή φωνή, συνήθως κάποιου που είναι πολύ θυμωμένος και επιπλήττει κάποιους άλλους
- ηχηρή ενοχλητική φάλτσα φωνή συνήθως αντιπαθητικού ατόμου
- Αν η αγριοφωνάρα σου δεν πάψει πάραυτα, θα σε ταΐσω σιγή με τον τρόπο που ξέρω!
Μεταφράσεις
αγριοφωνάρα
|