χιονοβροχή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: {{δείτε|χιονόβροχο}} =={{-el-}}== {{el-κλίση-'ψυχή'}} ==={{ετυμολογία}}=== : '''{{PAGENAME}}''' < {{προσφ|χιόνι|.1=χιόν(ι)|-... |
Texniths ευχαριστώ για το {ετ} // Κοιτάω το ΛΚΝ για 'χιονο-' και αν υπάρχει, τότε είμαστε ΟΚ. μ' αυτό. Να το φτιάξω. |
||
Γραμμή 3: | Γραμμή 3: | ||
{{el-κλίση-'ψυχή'}} |
{{el-κλίση-'ψυχή'}} |
||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{προσφ| |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{προσφ|χιονο-|βροχή}}. {{γραπτηεμφ|1891}}<ref>{{Π:Μπαμπινιώτης 2002}}</ref> |
||
==={{προφορά}}=== |
==={{προφορά}}=== |
Αναθεώρηση της 23:59, 14 Σεπτεμβρίου 2020
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χιο‐νο‐βρο‐χή
Ουσιαστικό
χιονοβροχή θηλυκό
- (μετεωρολογία) βροχόπτωση που πέφτει μαζί με χιονόπτωση
Συνώνυμα
Μεταφράσεις
χιονοβροχή
→ δείτε τη λέξη χιονόνερο |
Αναφορές
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψυχή' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα χιονο- (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες προφορές (νέα ελληνικά)
- Λέξεις χωρίς προφορά στο πρότυπο ΔΦΑ
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Μετεωρολογία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)