τορνευτός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ προσθήκη el-κλίση-'καλός'
μ αλλαγή θέσης καλός με προσχέδιο
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
{{el-κλίση-'καλός'}}
{{προσχέδιο}}
{{προσχέδιο}}
{{el-κλίση-'καλός'}}


==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===

Αναθεώρηση της 22:12, 26 Σεπτεμβρίου 2020

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο τορνευτός η τορνευτή το τορνευτό
      γενική του τορνευτού της τορνευτής του τορνευτού
    αιτιατική τον τορνευτό την τορνευτή το τορνευτό
     κλητική τορνευτέ τορνευτή τορνευτό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι τορνευτοί οι τορνευτές τα τορνευτά
      γενική των τορνευτών των τορνευτών των τορνευτών
    αιτιατική τους τορνευτούς τις τορνευτές τα τορνευτά
     κλητική τορνευτοί τορνευτές τορνευτά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

τορνευτός < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο

τορνευτός


Μεταφράσεις