κλάδος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ typo
Γραμμή 3: Γραμμή 3:
{{el-κλίση-'δρόμος'}}
{{el-κλίση-'δρόμος'}}
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λδδ|grc|el|κλάδος}}. Για τις νεώτερες επιστημονικές σημασίες, {{μτφδ|fr|en|branche}}
: '''{{PAGENAME}}''' < {{λδδ|grc|el|κλάδος}}. Για τις νεώτερες επιστημονικές σημασίες, {{μτφδ|fr|el|branche}}


==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===

Αναθεώρηση της 17:40, 13 Νοεμβρίου 2020

Δείτε επίσης: Κλάδος

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο κλάδος οι κλάδοι
      γενική του κλάδου των κλάδων
    αιτιατική τον κλάδο τους κλάδους
     κλητική κλάδε κλάδοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

κλάδος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική κλάδος. Για τις νεώτερες επιστημονικές σημασίες, (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική branche

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
τυπογραφικός συλλαβισμός: κλά‐δος

Ουσιαστικό

κλάδος αρσενικό

  1. Πρότυπο:βοτ κλαδί
     συνώνυμα: κλωνάρι
  2. Πρότυπο:καθομ αυτόνομο τμήμα ενός συνόλου
  3. Πρότυπο:κοινωνιολ σύνολο επαγγελματιών με συναφές αντικείμενο εργασίας

Συγγενικά

Σύνθετα

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις