μηδέν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ pwb.py replace αντικατάσταση {{Β: με{{Π: |
μ pwb.py ενημέρωση ΔΦΑ |
||
Γραμμή 7: | Γραμμή 7: | ||
==={{προφορά}}=== |
==={{προφορά}}=== |
||
{{ΔΦΑ|γλ=el| |
{{ΔΦΑ|γλ=el|miˈðen}} |
||
: {{συλλ|μη|δέν}} |
: {{συλλ|μη|δέν}} |
||
Αναθεώρηση της 04:36, 28 Φεβρουαρίου 2021
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- μηδέν < αρχαία ελληνική μηδὲ + ἕν[1]
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μη‐δέν
Αριθμητικό
μηδέν και μηδενικό
- αριθμός που δείχνει την ανυπαρξία οποιασδήποτε ποσότητας.
- σύμβολο: 0
- Πρότυπο:μαθ (δεκαδικό σύστημα) Αριθμός που δεν έχει αξία ο ίδιος αλλά που δίνει αξία δέκα φορές μεγαλύτερη στους αριθμούς που βρίσκονται στα αριστερά του.
- Είκοσι γράφεται με ένα δυάρι που ακολουθείται από ένα μηδέν.
- Ένα τεσσάρι μαζί με τρία μηδενικά διαβάζεται τέσσερις χιλιάδες.
- (μεταφορικά) Λέγεται για κάποιον ανίκανο, που δεν αξίζει τίποτα.
- Είναι ένα μηδἐν
- (σχολική βαθμολογία) σχολικός βαθμός που υποδηλώνει έναν κακό μαθητή
- Πρότυπο:φυσ Σε μερικές κλίμακες, δείχνει την θερμοκρασία στην οποία λιώνει ο πάγος.
- Η θερμοκρασία έπεσε στο μηδέν, κάτω από το μηδέν.
Ουσιαστικό
μηδέν ουδέτερο
Συγγενικά
Εκφράσεις
Δείτε επίσης
Μεταφράσεις
μηδέν
|
Αναφορές
- ↑ μηδέν - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας