συλλαβισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ pwb.py ενημέρωση ΔΦΑ
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 2: Γραμμή 2:
{{el-κλίση-'αγρός'}}
{{el-κλίση-'αγρός'}}
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{πρόσφ|συλλαβίζω|-μός}} ({{μτφδ|fr|el|syllabation}}<ref>{{Π:ΛΚΝ}}</ref>)
: '''{{PAGENAME}}''' < ([[συλλαβίζω]]) συλλαβισ- + {{π|-μός}} ({{μτφδ|fr|el|text=1|syllabation}}<ref>{{Π:ΛΚΝ}}</ref>)


==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===
Γραμμή 10: Γραμμή 10:
==={{ουσιαστικό|el}}===
==={{ουσιαστικό|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{α}}
'''{{PAGENAME}}''' {{α}}
# {{γραμμ}} η διαίρεση μιας [[λέξη]]ς σε [[συλλαβή|συλλαβές]] στη γραπτή της μορφή ή η εκφώνησή τους
# {{ετ|γραμμ}} η διαίρεση μιας [[λέξη]]ς σε [[συλλαβή|συλλαβές]] στη [[γραπτός|γραπτή]] της μορφή ή η [[εκφώνηση|εκφώνησή]] τους
#: ''ο '''συλλαβισμός''' της λέξης «κατάσταση» παριστάνεται με τις συλλαβές χωρισμένες από [[ενωτικό|ενωτικά]]:'' {{nobr|«κα-τά-στα-ση»}}
#: {{πλ}} ''ο '''συλλαβισμός''' της λέξης «κατάσταση» παριστάνεται με τις συλλαβές χωρισμένες από [[ενωτικό|ενωτικά]]:'' {{nobr|«κα-τά-στα-ση»}}
#: {{βλ|και=2|συλλαβοποίηση}} (''για τον συλλαβική ανάλυση της προφοράς'')
#* συλλαβιστική ικανότητα: ''Ο νεαρός μαθητής κατείχε άψογα τον '''συλλαβισμό'''.''
# η [[συλλαβιστικός|συλλαβιστική]] [[ικανότητα]]
#: {{πχ}} ''Ο νεαρός μαθητής κατείχε άψογα τον '''συλλαβισμό'''.''
# {{σνκδ}} η [[ανάγνωση]] με [[δυσκολία]] που δείχνει πως αυτός που διαβάζει δυσκολεύεται να διαβάσει και προσπαθεί να συλλαβίσει τις λέξεις
# {{σνκδ}} η [[ανάγνωση]] με [[δυσκολία]] που δείχνει πως αυτός που διαβάζει δυσκολεύεται να διαβάσει και προσπαθεί να συλλαβίσει τις λέξεις


===={{μορφές}}====
===={{μορφές}}====
* [[συλλάβισμα]]
* [[συλλάβισμα]]


===={{παράγωγα}}====
===={{παράγωγα}}====
Γραμμή 32: Γραμμή 34:


===={{βλέπε}}====
===={{βλέπε}}====
* Για τους κανόνες του συλλαβισμού, νέους και παλαιότερους δείτε [[Παράρτημα:Γραμματική (νέα ελληνικά)#Συλλαβισμός|Παράρτημα:Γραμματική: Συλλαβισμός]].
* Για τους κανόνες του συλλαβισμού, νέους και παλαιότερους δείτε [[Παράρτημα:Γραμματική (νέα ελληνικά)#Τυπογραφικός συλλαβισμός|Παράρτημα:Γραμματική#Συλλαβισμός]].
* Για τις συλλαβές στην προφορική εκφώνηση, που δε συμπίπτει πάντα με τον συλλαβισμό της γραμματικής, δείτε [[συλλαβοποίηση]].
* Για τις συλλαβές στην προφορική εκφώνηση, που δε συμπίπτει πάντα με τον συλλαβισμό της γραμματικής, δείτε [[συλλαβοποίηση]].



Αναθεώρηση της 21:23, 11 Μαρτίου 2021

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίση-'αγρός'

Ετυμολογία

συλλαβισμός < (συλλαβίζω) συλλαβισ- + -μός (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική syllabation[1])

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
τυπογραφικός συλλαβισμός: συλ‐λα‐βι‐σμός

Ουσιαστικό

συλλαβισμός αρσενικό

  1. (γραμματική) η διαίρεση μιας λέξης σε συλλαβές στη γραπτή της μορφή ή η εκφώνησή τους
    πληθυντικός ο συλλαβισμός της λέξης «κατάσταση» παριστάνεται με τις συλλαβές χωρισμένες από ενωτικά: «κα-τά-στα-ση»
    → δείτε και τη λέξη συλλαβοποίηση (για τον συλλαβική ανάλυση της προφοράς)
  2. η συλλαβιστική ικανότητα
    Ο νεαρός μαθητής κατείχε άψογα τον συλλαβισμό.
  3. (συνεκδοχικά) η ανάγνωση με δυσκολία που δείχνει πως αυτός που διαβάζει δυσκολεύεται να διαβάσει και προσπαθεί να συλλαβίσει τις λέξεις

Άλλες μορφές

Παράγωγα

είδη συλλαβισμού:

Συγγενικά

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις

Αναφορές