έκλειψη: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ pwb.py αντικατάσταση κλίση λύση με 'δύναμη' |
μ pwb.py ενημέρωση ΔΦΑ |
||
Γραμμή 7: | Γραμμή 7: | ||
==={{προφορά}}=== |
==={{προφορά}}=== |
||
{{ΔΦΑ| |
{{ΔΦΑ|ˈe.kli.psi|γλ=el}} |
||
: {{συλλ|έ|κλει|ψη}} |
: {{συλλ|έ|κλει|ψη}} |
||
Αναθεώρηση της 04:05, 23 Μαρτίου 2021
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | έκλειψη | οι | εκλείψεις |
γενική | της | έκλειψης* | των | εκλείψεων |
αιτιατική | την | έκλειψη | τις | εκλείψεις |
κλητική | έκλειψη | εκλείψεις | ||
* παλιότερος λόγιος τύπος, εκλείψεως | ||||
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- έκλειψη < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική ἔκλειψις < ἐκλείπω < λείπω
Προφορά
- → λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
- τυπογραφικός συλλαβισμός : έ‐κλει‐ψη
Ουσιαστικό
έκλειψη θηλυκό
- Πρότυπο:αστρον το φαινόμενο κατά το οποίο ένα ουράνιο σώμα εισέρχεται στη σκιά ενός άλλου ουράνιου σώματος, με αποτέλεσμα να χάνει μέρος της φωτεινότητάς του ή να μην μπορεί να παρατηρηθεί ολόκληρο ή μέρος του
Συγγενικά
- εκλειπτικός
- → δείτε τις λέξεις εκλείπω και λείπω
Δείτε επίσης
- έκλειψη στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
έκλειψη
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμη' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες προφορές (νέα ελληνικά)
- Λέξεις χωρίς προφορά στο πρότυπο ΔΦΑ
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)